Τετ α τετ με τον πρωθυπουργό της Μεγάλης Βρετανίας θα έχει την Τρίτη στο Λονδίνο ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος θα περάσει για πρώτη φορά ως πρωθυπουργός το κατώφλι της Ντάουνινγκ Στριτ. Η συνάντηση των δύο ηγετών έρχεται σε ένα χρονικό σημείο που η ελληνική κυβέρνηση ξεδιπλώνει μία πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, τόσο στη Γηραιά Ηπειρο, όσο και στις ΗΠΑ, στην Αφρική και την Κεντρική Ασία. Στο επίκεντρο βεβαίως της συνάντησης των δύο ανδρών θα είναι η κατάσταση στην Αν. Μεσόγειο, με τον πρωθυπουργό να τονίζει στον  Βρετανό ομόλογό του την αναγκαιότητα να σταματήσει η Αγυρα την προκλητική συμπεριφορά στην περιοχή. Την ίδια ώρα, σε μια συνάντηση Αθήνας – Λονδίνου δεν μπορεί να απουσιάζει το Κυπριακό, με τον Ελληνα πρωθυπουργό να ξεκαθαρίζει για μία ακόμα φορά την άποψή του, πως ο μοναδικός τρόπος για την επίλυση του Κυπριακού είναι η διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία στη βάση των ψηφισμάτων των Ηνωμένων Εθνών.
Αυτό που επιδιώκει η Αθήνα από το συγκεκριμένο ταξίδι είναι να καταστήσει σαφές πως το γεγονός της αποχώρησης της Μεγάλης Βρετανίας από την Ε.Ε., δεν επηρεάζει τις διμερείς σχέσεις, οι οποίες παραδοσιακά είναι πολύ στενές. Τούτο άλλωστε φάνηκε από τον προπομπό του ταξιδιού του κ. Μητσοτάκη, που ήταν η επίσκεψη Δένδια, η οποία συνοδεύτηκε από την υπογραφή του μνημονίου κατανόησης για το στρατηγικό διμερές πλαίσιο, όπως ονομάστηκε. Η συμφωνία καλύπτει μεγάλη γκάμα θεμάτων, από την εξωτερική πολιτική και την άμυνα έως το εμπόριο και τις επενδύσεις. Εκείνο ωστόσο που αναμένεται να συγκεντρώσει όλα τα φώτα της δημοσιότητας είναι το αίτημα του Ελληνα πρωθυπουργού στον Βρετανό ομόλογό του για επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα. Η ξεκάθαρη πρόθεση του κ. Μητσοτάκη φάνηκε την Παρασκευή κατά την ομιλία του στην εκδήλωση της UNESCO στο Παρίσι, όπου μεταξύ άλλων ανέφερε πως βάσει της πρόσφατης απόφασης από τη Διακυβερνητική Επιτροπή της UNESCO για την προώθηση της επιστροφής των πολιτιστικών αγαθών στις χώρες προέλευσης, «που αναγνωρίζει ότι η υπόθεση δεν αφορά τη συνεννόηση μεταξύ μουσείων, αλλά έχει διακυβερνητικό χαρακτήρα», το θέμα αφορά πλέον τη βρετανική κυβέρνηση.
Γι’ αυτό ο κ. Μητσοτάκης θα ζητήσει διάλογο για το ζήτημα με τη βρετανική πλευρά, σημειώνοντας στην ίδια εκδήλωση πως φέτος που συμπληρώνονται 200 χρόνια από την έναρξη του Αγώνα για την Ανεξαρτησία της Ελλάδας «είναι η καλύτερη στιγμή για την επιστροφή του τμήματος που λείπει και την επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα στη γενέτειρά τους, την Ελλάδα».
Ενα πάγιο αίτημα
Η Ελλάδα δεν έχει παραιτηθεί ποτέ από το δίκαιο αίτημά της για επιστροφή των θησαυρών του Παρθενώνα που εκλάπησαν από τον Ελγιν την τριετία 1801-1804 και μεταφέρθηκαν στο Λονδίνο. Η αρχή έγινε λίγο μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους, όταν το 1842 ο Αλέξανδρος Ραγκαβής, γραμματέας της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας, διατύπωσε την ελληνική επιθυμία επιστροφής των Γλυπτών. Το αίτημα διατυπώθηκε ξανά το 1924, με τη συμπλήρωση 100 ετών από τον θάνατο του λόρδου Βύρωνα, αλλά και το 1961.
Το 1976 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής οραματίστηκε τη δημιουργία ενός νέου Μουσείου της Ακρόπολης, που θα διέθετε όλες τις απαραίτητες τεχνικές εγκαταστάσεις για τη συντήρηση των ανεκτίμητων έργων της ελληνικής τέχνης, βασική προϋπόθεση ώστε να επαναπατριστούν και τα Γλυπτά. Το έτος-σταθμός βεβαίως ήταν το 1982, όταν στη Γενική Διάσκεψη της UNESCO για την πολιτιστική πολιτική στο Μεξικό, η τότε υπουργός Πολιτισμού και Επιστημών, Μελίνα Μερκούρη, έθεσε το αίτημα της ελληνικής κυβέρνησης για την επιστροφή των Γλυπτών. Από τότε η προσπάθεια δεν έχει εγκαταλειφθεί.
Τον Οκτώβριο του 1984 η Ελλάδα υπέβαλε νέο επίσημο αίτημα για την επιστροφή των Γλυπτών, που απορρίφθηκε από τη βρετανική πλευρά. Το ίδιο έτος η Αθήνα κατέθεσε επίσημο αίτημα στην UNESCO, το οποίο ενεγράφη στην ημερήσια διάταξη της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την επιστροφή των πολιτιστικών αγαθών στις χώρες προέλευσής τους ή την απόδοσή τους σε περίπτωση παράνομης κτήσης. Από το 1987 το ζήτημα των Γλυπτών του Παρθενώνα έχει ενταχθεί στην επίσημη ατζέντα των θεμάτων της UNESCO.
Το 1999 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σημείωνε πως α) θεωρεί ότι η επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα θα αποτελούσε μια καίρια ενέργεια για την προώθηση της κοινής ευρωπαϊκής πολιτιστικής κληρονομιάς, β) καλούσε την κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου να εξετάσει θετικά το αίτημα της Ελλάδας.
Το 2009, έμπρακτος σταθμός για την επιστροφή των Γλυπτών ήταν το νέο μουσείο της Ακρόπολης, με τον τότε πρωθυπουργό Κώστα Καραμανλή να δηλώνει πως «οι συνθήκες έχουν πια ωριμάσει» και το «αίτημα της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα στον χώρο που ανήκουν, το αίτημα που ο Κωνσταντίνος Καραμανλής όρισε μεταπολιτευτικά ως εθνικό στόχο και η αείμνηστη Μελίνα Μερκούρη, ως υπουργός Πολιτισμού έκανε σκοπό ζωής και συνέβαλε καθοριστικά ώστε να γίνει απαίτηση οικουμενική, μπορεί και πρέπει να γίνει πράξη στη γενιά μας». Ο τότε υπουργός Πολιτισμού και αργότερα πρωθυπουργός, το 2014, Αντώνης Σαμαράς, είχε εκφράσει την οργή του με αφορμή τον δανεισμό Γλυπτών του Παρθενώνα στο Μουσείο Αγίας Πετρούπολης, επισημαίνοντας ότι «το τελευταίο μέχρι σήμερα βρετανικό δόγμα περί “αμετακίνητων” Γλυπτών του Παρθενώνα παύει να ισχύει. Oπως καταρρίφθηκε με τη λειτουργία του Μουσείου της Ακρόπολης και το άλλο “επιχείρημά” τους, αυτό της έλλειψης ανάλογου χώρου που θα μπορούσε να τα φιλοξενήσει».

Σταύρος Παπαντωνίου (Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ)