Μπορεί ο Ιανουάριος του 2021 να σημάνει μια ειλικρινή επανέναρξη των ελληνοτουρκικών σχέσεων; Η απάντηση ίσως να έλθει τις προσεχείς ημέρες, εφόσον η Αγκυρα προτείνει τελικά στην Αθήνα μια ημερομηνία για την επανέναρξη των διερευνητικών επαφών.
Σύμφωνα με πληροφορίες του «Βήματος», η Αγκυρα κινείται προς αυτή την κατεύθυνση και τις τελευταίες ημέρες έχουν ενεργοποιηθεί ξανά οι διμερείς διπλωματικοί δίαυλοι επικοινωνίας με σκοπό να συμφωνηθεί το… ραντεβού για τη διεξαγωγή του 62ου γύρου των διερευνητικών συνομιλιών – σε τουρκικό έδαφος.
Είναι πιθανό η συνάντηση των διαπραγματευτικών ομάδων να πραγματοποιηθεί από τα μέσα Ιανουαρίου και μετά, αν και τρίτοι δρώντες (του επισπεύδοντος Βερολίνου, μεταξύ άλλων) δεν θα έλεγαν όχι σε μια συνάντηση σχεδόν ευθύς αμέσως μετά την Πρωτοχρονιά. Η Αθήνα όμως έχει ξεκαθαρίσει ότι κάτι τέτοιο θα ήταν δραματικά πρόωρο.
Δύσβατος δρόμος με αρκετές παγίδες
Η πραγματοποίηση μιας συνάντησης δεν συνιστά τίποτα περισσότερο από ένα βήμα σε έναν δρόμο δύσβατο και με αρκετές παγίδες. Υπάρχουν σημεία που η Ελλάδα και η Τουρκία βλέπουν υπό πολύ διαφορετικό πρίσμα και θα χρειαστεί μεγάλη προσπάθεια ώστε να σημειωθεί αξιοσημείωτη πρόοδος. Πριν από οτιδήποτε άλλο, η ελληνική κυβέρνηση έχει ξεκαθαρίσει πως οι συνομιλίες πρέπει να επανεκκινήσουν από το σημείο στο οποίο σταμάτησαν τον Μάρτιο του 2016.
Κρίνοντας από τα κατά καιρούς λεγόμενα τούρκων αξιωματούχων, η Αγκυρα επιθυμεί μια επανατοποθέτηση των πιονιών στη διπλωματική σκακιέρα. Πρόκειται για ένα σημείο που, σύμφωνα με έμπειρους παρατηρητές των ελληνοτουρκικών σχέσεων, απαιτεί μεγάλη προσοχή. Δεν πρέπει άλλωστε να λησμονείται, προσθέτουν οι ίδιες πηγές, ότι οι διερευνητικές συνομιλίες έχουν στόχο την ανίχνευση προθέσεων. Δεν συνιστούν διαπραγμάτευση. Επίσης, από ορισμένες πλευρές εκτός Ελλάδος εγείρεται το ερώτημα αν οι διερευνητικές επαφές θα είναι ανοικτού ορίζοντα ή αν χρονικά ορόσημα όπως το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Μαρτίου ή ο προσεχής Ιούνιος διαμορφώνουν ένα άτυπο χρονοδιάγραμμα.
Το μορατόριουμ και το Πρακτικό της Βέρνης
Παράλληλα, η διπλωματική ατμόσφαιρα παίζει μεγάλη σημασία. Η Αγκυρα επιμένει ότι ο διάλογος θα πρέπει να γίνει χωρίς προϋποθέσεις. Η Αθήνα θεωρεί ότι πρέπει να έχει περάσει ένα ικανό διάστημα πριν από την επανέναρξη των συνομιλιών και στη συνέχεια να διασφαλιστεί ότι για όσο διάστημα αυτές διαρκούν οι δύο πλευρές θα απέχουν από ενέργειες που τις τορπίλιζαν. Υπενθυμίζεται ότι στο Πρωτόκολλο του Βερολίνου του περασμένου Ιουλίου υπήρχε σχετική πρόβλεψη για αποχή από αντιπαραγωγικές ενέργειες, που όμως προκάλεσε τη δυσανεξία της τουρκικής πλευράς. Στα Συμπεράσματα της Συνόδου Κορυφής των «27» στις 10-11 Δεκεμβρίου στις Βρυξέλλες αναφέρεται ότι «το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο σημειώνει την απόσυρση του τουρκικού σκάφους «Oruç Reis» και εμμένει στη θέση του για συνεχή αποκλιμάκωση ώστε να καταστεί δυνατή η ταχεία επανέναρξη και η ομαλή συνέχιση των άμεσων διερευνητικών συνομιλιών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας». Το ερώτημα που αναδύεται είναι πώς θα διασφαλιστεί η ομαλή συνέχιση του διαλόγου εφόσον αυτός ξεκινήσει.
Στο παρασκήνιο δεν είναι λίγοι όσοι θεωρούν ότι στο σημείο που έχουν φθάσει τα πράγματα θα ήταν ίσως χρήσιμο να εξεταστεί ένα δεύτερο Πρακτικό της Βέρνης, όπως αυτό επί του οποίου είχαν συμφωνήσει η Ελλάδα και η Τουρκία το 1976, μετά την κρίση του «Σισμίκ». Σε αυτό, τα δύο μέρη αναλάμβαναν την υποχρέωση να απόσχουν από πράξεις που θα παρενοχλούσαν τη διαπραγμάτευση.
Η αλληλουχία μιας συμφωνίας επί μιας «Βέρνης 2.0» όμως ίσως να μην προσλαμβάνεται με τον ίδιο τρόπο από τις δύο πλευρές. Διπλωματικοί κύκλοι ανέφεραν στο «Βήμα» ότι η Αγκυρα ίσως να μην ήταν αρνητική – όχι όμως ως προϋπόθεση για να προσέλθει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων αλλά ως ένα θέμα που θα τεθεί προς συζήτηση αφού τα δύο μέρη βρεθούν στο τραπέζι αυτό. Αυτή η μέθοδος είχε ακολουθηθεί το 1976 και τούρκοι αξιωματούχοι που βρίσκονται κοντά στον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν φέρονται να έχουν περάσει τις δικές τους απόψεις προς ευρωπαίους συνομιλητές τους, που τείνουν ευήκοα ώτα. Παράλληλα, δεν είναι λίγοι όσοι ανησυχούν ότι η Αγκυρα θα ήθελε να συμπεριλάβει και την Κύπρο σε ένα πιθανό μορατόριουμ. Αυτό όμως θα ήταν αδύνατο στο πλαίσιο των διμερών διερευνητικών επαφών.
Το Κυπριακό σε στενωπό
Κινητικότητα υπάρχει στο Κυπριακό. Η ειδική απεσταλμένη του γενικού γραμματέα του ΟΗΕ, η Τζέιν Χολ Λουτ, σκοπεύει να ξαναεπισκεφθεί το νησί για να διασφαλίσει την πραγματοποίηση άτυπης πενταμερούς διάσκεψης, πιθανόν εντός του Φεβρουαρίου στη Γενεύη. Ολες οι πλευρές δηλώνουν πρόθυμες να συμμετάσχουν ώστε να μη φορτωθούν την ευθύνη μιας αποτυχίας. Πίεση ασκείται και από τις Βρυξέλλες, το Βερολίνο, το Λονδίνο. Η Λευκωσία προωθεί την ιδέα μιας χαλαρής ομοσπονδίας, ενώ η νέα τουρκοκυπριακή ηγεσία και η Αγκυρα μιλούν για λύση δύο κρατών με κυρίαρχη (όχι απλά πολιτική) ισότητα. Η τουρκική πλευρά αναμένεται να πιέσει να περιληφθεί το θέμα του φυσικού αερίου στη συζήτηση, ενώ θα έβλεπε θετικά ένα μορατόριουμ επί αυτού – αν και για τη Λευκωσία θα είναι δύσκολο να αγνοήσει συγκεκριμένες ρήτρες προς τις εμπλεκόμενες εταιρείες.
Η «επίθεση γοητείας» από την Αγκυρα και ο ρόλος του Μεταναστευτικού
Το γραφείο του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ όσο και του ύπατου εκπροσώπου για την εξωτερική πολιτική Ζοζέπ Μπορέλ – και φυσικά η γερμανική Καγκελαρία – θα ήθελαν την όσο το δυνατόν ταχύτερη επανέναρξη των συνομιλιών. Η Αγκυρα έχει επιδοθεί το τελευταίο διάστημα σε «επίθεση γοητείας», ενώ παράλληλα χρησιμοποιεί το Μεταναστευτικό ως μοχλό πίεσης γνωρίζοντας ότι αυτό αποτελεί τη μεγαλύτερη ανησυχία ιδιαίτερα για το Βερολίνο. Πληροφορίες από τις Βρυξέλλες αναφέρουν ότι ο κ. Ερντογάν έθεσε στην τελευταία συνομιλία του με τον κ. Μισέλ το θέμα της χρηματοδότησης από την ΕΕ μέρους της ανοικοδόμησης της Βόρειας Συρίας ώστε να αποτραπεί νέα έξοδος προσφύγων, στο πλαίσιο μιας συζήτησης για αναθεώρηση της Δήλωσης ΕΕ – Τουρκίας του Μαρτίου 2016.
Υπάρχει τέλος το ζήτημα της ατζέντας. Εκ της φύσεώς τους, οι διερευνητικές επαφές έχουν ως στόχο να ξεκαθαριστεί ποιο θα είναι το αντικείμενο μιας μελλοντικής διαπραγμάτευσης. Η Τουρκία έχει θέσει μια σειρά από ζητήματα, τα περισσότερα εκ των οποίων δεν γίνονται αποδεκτά από την Ελλάδα. Θα έπρεπε να είναι κάποιος αφελής να πιστεύει ότι μια ελληνική κυβέρνηση θα δεχόταν π.χ. να συζητήσει σε μια διαπραγμάτευση την αποστρατιωτικοποίηση των ελληνικών νησιών του Ανατολικού Αιγαίου ή των Δωδεκανήσων. Επίσης, η Αγκυρα εμφανίζεται να επιθυμεί μια παράλληλη συζήτηση σε επίπεδο διερευνητικών επαφών και Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ) επί αεροναυτιλιακών θεμάτων. Με την καχυποψία για τις τουρκικές προθέσεις όμως ευλόγως στα ύψη, η Αθήνα ίσως θα έπρεπε να αποφύγει μια τέτοια εξέλιξη αν και από ορισμένες πλευρές επιδιώκεται μια συζήτηση περί ΜΟΕ μέσω ΝΑΤΟ – κάτι που μάλλον δεν ενθουσιάζει την ελληνική πλευρά.

Το Βήμα