«Ξέρουμε ότι υπάρχουν πεδία στα οποία δεν τα πήγαμε τόσο καλά όσο θα επιθυμούσαμε. Και εκεί που δεν τα έχουμε πάει τόσο καλά έχουμε το θάρρος να αναγνωρίσουμε τις δικές μας αστοχίες και να κάνουμε διορθωτικές κινήσεις. Όπως κάναμε παραδείγματος χάριν στο πεδίο της μεταναστευτικής πολιτικής, όπου πιστεύω ότι πολύ σύντομα θα αρχίσετε να βλέπετε αποτελέσματα στην υλοποίηση του σχεδίου μας».
Η αποστροφή του πρωθυπουργού από την επίσκεψή του στους Αγίους Αναργύρους, αποκαλύπτει αυτό που συζητείται έντονα πίσω από τις κλειστές πόρτες στην κυβέρνηση, αλλά επιχειρείται να κρατηθεί «χαμηλά». Την ανησυχία όλων, εμπλεκόμενων και μη, για τις εξελίξεις στο προσφυγικό.
Στο Μαξίμου είδαν με ικανοποίηση το γεγονός ότι η επανίδρυση του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής και Ασύλου συγκέντρωσε 56,9% θετικές γνώμες στη χθεσινή δημοσκόπηση της MRB, αλλά ανησυχούν καθώς τα μηνύματα που λαμβάνουν από τα νησιά του Βορείου Αιγαίου, όπου οι κάτοικοι θεωρούν ότι τα κλειστά κέντρα που έχουν ανακοινωθεί θα προστεθούν στις υπάρχουσες δομές αλλά και από την ενδοχώρα σχετικά με την κατασκευή των κλειστών κέντρων, είναι ιδιαιτέρως ανησυχητικά. Στελέχη της κυβέρνησης παραδέχονται ότι το γεγονός ότι προεκλογικά ο πήχης για το προσφυγικό σηκώθηκε πολύ ψηλά και για την κοινή γνώμη, τόσο για πολίτες που υφίστανται άμεσα την πίεση, όσο και για εκείνους που παρακολουθούν το ζήτημα, η κυβέρνηση περνά κάτω από τον πήχη.
Ο πρωθυπουργός υπεραμύνθηκε χθες του σχεδίου της κυβέρνησης, μιλώντας εκτός από τη δημιουργία κλειστών προαναχωρησιακών κέντρων σε πέντε νησιά και στην αλλαγή της διαδικασίας ασύλου και τη φύλαξη των συνόρων. Η κυρίαρχη αίσθηση ωστόσο της κυβέρνησης είναι ότι ο νέος υπουργός κ. Μηταράκης και συνολικά η κυβέρνηση, δεν έχουν πίστωση χρόνου, για να αποδείξουν ότι αυτό που προεκλογικά υποσχέθηκαν, δηλαδή αποτελέσματα στο προσφυγικό με ανθρώπινο πρόσωπο, μπορεί να γίνει πράξη.
Ο κ. Μητσοτάκης έδειξε χθες ότι δίνει πολύ μεγάλη σημασία στην ισορροπία αυστηρής και αποτελεσματικής πολιτικής και σεβασμού και τήρησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αν και γνωρίζει ότι στο εσωτερικό της Ν.Δ. υπάρχει πτέρυγα που ζητά σκληρότερα μέτρα εναντίον μεταναστών και προσφύγων, τόνισε:
«Θα σώζουμε κάθε ζωή στη θάλασσα -όπως είμαστε υποχρεωμένοι, όχι μόνο από το Διεθνές Δίκαιο, αλλά από τον δικό μας κώδικα αξιών να κάνουμε- αυτό δεν σημαίνει, όμως, ότι δεν κάνουμε έναν βασικό διαχωρισμό μεταξύ προσφύγων και οικονομικών μεταναστών».
Η έρευνα της διαΝΕΟσις
Ανησυχητικά είναι και τα ευρήματα της έρευνας της διαΝΕΟσις για το μεταναστευτικό/προσφυγικό, όπου φαίνεται ότι η πλειονότητα της ελληνικής κοινής γνώμης έχει υιοθετήσει την ξενοφοβική ατζέντα, καθώς το 58% των ερωτηθέντων θεωρεί τους μετανάστες «απειλή για την εθνική ταυτότητα».
Παράλληλα, φαίνεται ότι οι δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες που έφτασαν τα τελευταία χρόνια δεν έχουν την επιθυμία να ενταχθούν στην κοινωνία μας και για τους περισσότερους η Ελλάδα δεν είναι παρά ένας ενδιάμεσος σταθμός».
Η έρευνα της διαΝΕΟσις διεξήχθη σε δύο μέρη, το πρώτο σε συνεργασία με το γερμανικό ίδρυμα Hanns Seidel και την εταιρεία ερευνών Marc τον Φεβρουάριο του 2019 σε πανελλαδικό δείγμα 1.000 ατόμων και το δεύτερο το διάστημα Φεβρουρίου-Απριλίου 2019 από ομάδα ερευνητών υπό το συντονισμό της επικ. καθηγήτριας Συγκριτικής Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο του Λάιντεν, Βασιλικής Τσαγκρώνη και του επικ. καθηγητή Σπουδών Παγκοσμιοποίησης στο Πανεπιστήμιο του Μπράιτον Βασίλη Λεοντίτση, σε συνεργασία με την εταιρεία ερευνών ΚΑΠΑ Research σε ένα δείγμα 800 νέων και παλαιότερων μεταναστών που ζουν στη χώρα μας.
Σύμφωνα με τη διαΝΕΟσις το ποσοστό των μεταναστών (πολιτών χωρίς υπηκοότητα χώρας της Ε.Ε.) που ζουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι 4,4% και δεν θεωρείται υψηλό.
Οι νόμιμοι μετανάστες που βρίσκονται στην Ελλάδα σήμερα, οι οποίοι ζουν κυρίως στα αστικά κέντρα είναι περίπου 580.000, ενώ 50.000 - 70.000 υπολογίζεται ότι είναι ο αριθμός των μεταναστών που ήρθαν μετά το 2015 και έχουν μείνει εδώ (οι αιτήσεις ασύλου που εκκρεμούσαν ως και τα τέλη 2018 έφταναν τις 67.000). Από αυτούς, περίπου 35.000 είναι γυναίκες και παιδιά.
Το 56% των ερωτηθέντων πιστεύουν ότι ο αντίκτυπος της ύπαρξης μεταναστών στην ελληνική οικονομία είναι αρνητικός, το 58% θεωρούν ότι η παρουσία μεταναστών στην Ελλάδα «αποτελεί κίνδυνο αλλοίωσης της εθνικής μας ταυτότητας», το 79% πιστεύουν ότι η παρουσία των μεταναστών δεν συμβάλλει στην επίλυση του δημογραφικού, το 53% πιστεύουν ότι η παρουσία τους αυξάνει την εγκληματικότητα, το 54% πιστεύουν ότι στο μέλλον θα έρχονται περισσότεροι πρόσφυγες και μετανάστες.
Οι νέοι μετανάστες του δείγματος (Αφγανοί και Σύροι, που ζουν στην Ελλάδα ως και 1,5 χρόνο) έχουν σε μεγαλύτερο ποσοστό παιδιά (63,5%) από τους παλαιότερους (42%), γεγονός που αμφισβητεί τη βασική απεικόνιση των προσφύγων της κρίσης του 2015 ως «νέων, ανύπανδρων ανδρών».
Η θρησκεία φαίνεται ότι δεν παίζει μεγάλο ρόλο στη ζωή τους: η μεγάλη πλειοψηφία (77%) -ανεξαρτήτως θρησκεύματος- δήλωσε ότι δεν λαμβάνει ποτέ μέρος σε θρησκευτικές τελετές, ή συμμετέχει σπάνια.Το 52% των αλβανικής καταγωγής ερωτηθέντων, οι οποίοι κατά μέσο όρο ζουν στην Ελλάδα 22 χρόνια, έχουν λάβει την ελληνική υπηκοότητα.
Το 5%, μάλιστα, δεν έχει καν διπλή υπηκοότητα, αλλά μόνο την ελληνική. Μόνο το 4% των Γεωργιανών ερωτηθέντων έχει ελληνική υπηκοότητα, αν και ζει στην Ελλάδα κατά μέσο όρο πάνω από 10 χρόνια. Το 54% των παλαιότερων μεταναστών διαθέτει πανεπιστημιακό πτυχίο, σε αντίθεση με το 12% των νεότερων, οι οποίοι στην πλειοψηφία τους (64%) δεν έχουν κάποιο έγγραφο που να πιστοποιεί την εκπαίδευσή τους.
Το 91% των νεότερων μεταναστών και προσφύγων (και σχεδόν όλοι οι Σύροι) δηλώνουν ως αιτία μετανάστευσης την «αποφυγή βίας», κάτι που δηλώνει λιγότερο από το 20% των Αλβανών και λιγότερο από το 5% των Γεωργιανών. Τo 58% των Αφγανών και το 65% των Σύρων δηλώνουν πως σκοπεύουν να πάνε σε άλλη χώρα (σχεδόν όλοι σε ευρωπαϊκή) και μόνο ένας στους τέσσερις δηλώνει ότι θέλει να μείνει εδώ. Αντίθετα, περίπου τρεις στους τέσσερις παλαιούς μετανάστες δηλώνουν ότι το μέλλον τους είναι στη χώρα μας.
Οι πρόσφατοι μετανάστες δεν έχουν ενταχθεί ακόμα ούτε στην κοινωνική, ούτε στην επαγγελματική ζωή της χώρας μας: Μόλις το 9% εργάζεται, σε αντίθεση με το 77% των παλαιότερων μεταναστών που αναφέρουν πως έχουν κάποια μορφή απασχόλησης.
Οι πρόσφατοι μετανάστες εμφανίζουν σημαντικά ποσοστά δυσκολιών που σχετίζονται με την ψυχική και πνευματική υγεία, ενώ οι παλαιότεροι εμφανίζουν καλύτερη εικόνα, αν και σε εκείνους τα ποσοστά άγχους είναι αρκετά υψηλά.
Αν και η μεγάλη πλειονότητα παλαιών και νέων μεταναστών δηλώνει ότι δεν έχει ζήσει αρνητικές εμπειρίες συστημικών διακρίσεων στην Ελλάδα, και περίπου το 80% όλων των μεταναστών δηλώνει ότι δεν νιώθει απειλή από καμία ομάδα, κατά κανόνα οι νέοι μετανάστες δηλώνουν ότι έχουν υποστεί διακρίσεις σε μεγαλύτερα ποσοστά.

Γιάννης Καμπουράκης (Η Ναυτεμπορική)