Αύξηση του βασικού μισθού κατά 100 ευρώ τον μήνα, φοροελαφρύνσεις για τους χαμηλοσυνταξιούχους, «πάγωμα» της αύξησης της κοινωνικής εισφοράς για τους συνταξιούχους με συντάξεις κάτω των 2.000 ευρώ. Με αυτά και μερικά ακόμη μέτρα ανακούφισης, ο Γάλλος πρόεδρος ελπίζει ότι θα καταλαγιάσει την καταστροφική -  για την οικονομία, αλλά και για τον ίδιο - οργή των «κίτρινων γιλέκων», τουλάχιστον την κρίσιμη περίοδο πριν από τις γιορτές των Χριστουγέννων.
Από την απόλυτη σιωπή και την αρχική αδιαλλαξία σε μέτρα που σκοπεύουν να καταστήσουν τη χώρα μία πιο ευέλικτη και ανταγωνιστική οικονομία τον 21ο αιώνα, η αναγνώριση έστω της ευθύνης που του αναλογεί, ήταν ένα πρώτο σημαντικό βήμα εκ μέρους του Γάλλου προέδρου. 
Ο Μακρόν αναγνώρισε ότι η Γαλλία βρίσκεται σε «κατάσταση έκτακτης οικονομικής και κοινωνικής ανάγκης». Αναγνώρισε επίσης ότι υπάρχουν προβλήματα, τα οποία ωστόσο όπως είπε έρχονται από παλιά και η δική του κυβέρνηση προσπάθησε – ανεπιτυχώς – να λύσει τον τελευταίο ενάμιση χρόνο. Και εκτίμησε ότι μπορεί να βρεθούν λύσεις, στις οποίες ασφαλώς δεν περιλαμβάνεται η βία.
Ούτε ωστόσο αυτές οι κουβέντες συμπόνοιας ούτε τα έκτακτα μέτρα είναι πλέον αρκετά. Κάποιοι τα χαρακτήρισαν «σταγόνα στον ωκεανό», άλλοι «στάχτη στα μάτια του κόσμου» και άλλοι απλώς «ανεπαρκή», επισημαίνοντας την ανάγκη για ουσιαστικότερες μεταρρυθμίσεις και ανανεώνοντας το ραντεβού τους για την «πέμπτη πράξη».  
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν οι αντιδράσεις τόσο της ακροδεξιάς όσο και της ακροαριστεράς. Η Μαρίν Λεπέν δεν είδε καμία απολύτως  πρόοδο από τον Γάλλο πρόεδρο, παρά μόνο άρνηση να αλλάξει το μοντέλο διακυβέρνησης. Ομοίως ο ηγέτης της Ανυπότακτης Γαλλίας Ζαν-Λικ Μελανσόν έκανε λόγο για «χαρτζιλίκι» προεξοφλώντας ότι όχι μόνο δεν θα ρίξει τους τόνους, αλλά θα βγάλει ξανά τους Γάλλους στους δρόμους, καθώς τα μέτρα θα κληθούν να καλύψουν για μία ακόμη φορά οι μικρομεσαίοι και όχι οι πλούσιοι.
Ο Μακρόν δεν είπε πόσο ακριβώς θα κοστίσουν στη γαλλική οικονομία τα έκτακτα μέτρα. Αναμφισβήτητα θα κοστίσουν πολύ, παραδέχονται βουλευτές του κόμματός τους, επιμένοντας όμως ότι στο σημείο που έχουν φθάσει τα πράγματα δεν αυτό το ζήτημα.

naftemporiki.gr