Τους αστυνομικούς παρίσταναν οι ένοπλοι που το βράδυ της περασμένης Πέμπτης ακινητοποίησαν και αφόπλισαν τους άνδρες του Λιμενικού κατά τη διάρκεια επιχείρησης για ναρκωτικά σε υπό κατάληψη κτίριο στα Εξάρχεια. Αυτό τόνισαν στην «Κ» πηγές από το Λιμενικό με γνώση της υπόθεσης, ενώ το ίδιο φέρονται να έχουν επισημάνει σε καταθέσεις τους, στην υποδιεύθυνση Κρατικής Ασφάλειας, αξιωματούχοι του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιά που ήταν παρόντες στο συμβάν. Πρόκειται για πρακτική που έχουν υιοθετήσει στο παρελθόν οργανωμένες συμμορίες αλλά και ένοπλες τρομοκρατικές ομάδες, στοιχείο το οποίο ενισχύει τη σοβαρότητα όσων φέρονται να διαδραματίστηκαν τη νύχτα της περασμένης Πέμπτης μερικά μόλις μέτρα από την πλατεία Εξαρχείων. Με δυσπιστία πάντως αντιμετωπίζουν τις μαρτυρίες των στελεχών του Λιμενικού τα στελέχη της ΕΛ.ΑΣ. που ερευνούν την υπόθεση.
Πιο αναλυτικά, πηγές από το Λιμενικό επισημαίνουν στην «Κ» ότι κατά την έξοδό τους από το υπό κατάληψη κτίριο, στη συμβολή των οδών Θεμιστοκλέους και Ερεσού, οι άνδρες του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιά ήρθαν αντιμέτωποι με τα προτεταμένα όπλα των αγνώστων, που τους φώναξαν «αστυνομία, ακίνητοι». Πώς αντέδρασαν τα στελέχη του Λιμενικού; Πίστεψαν προσωρινά ότι απέναντί τους είχαν πράγματι αστυνομικούς, όπως άλλωστε έχει συμβεί σε επιχειρήσεις στο παρελθόν, και, μάλιστα, κάποιοι απ’ αυτούς φέρονται να φώναξαν προς το μέρος των ενόπλων «συνάδελφοι είμαστε», ενώ άλλοι επιχείρησαν να δείξουν την υπηρεσιακή τους ταυτότητα προκειμένου να αποφευχθεί κάποιο «ατύχημα». Μόνον όταν ένας από τους δράστες κόλλησε το πιστόλι στον κρόταφο άνδρα του Λιμενικού, τα στελέχη του Κεντρικού Λιμεναρχείου (πρόκειται για την ομάδα που έχει χειριστεί την υπόθεση του «Noor 1») κατάλαβαν ότι απέναντί τους δεν έχουν αστυνομικούς αλλά ενόπλους με εχθρικές διαθέσεις.
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές ενημέρωσης, οι άγνωστοι μέχρι σήμερα δράστες κατάφεραν να αφοπλίσουν δύο από τους άνδρες του Λιμενικού δίνοντάς τους εντολές που παραπέμπουν σε άτομα με «ειδική» εκπαίδευση. Ως παράδειγμα επισημαίνουν ότι τους διέταξαν να βγάλουν από τις θήκες και να τους παραδώσουν τα υπηρεσιακά τους όπλα τραβώντας τα με δύο δάκτυλα από τη λαβή, πρακτική που –σύμφωνα με τους λιμενικούς– διδάσκεται σε σχολές των Σωμάτων Ασφαλείας. Επιπλέον, προκειμένου να προσομοιάζουν σε αστυνομικούς και μάλιστα από «μάχιμες» υπηρεσίες, οι δράστες φορούσαν αλεξίσφαιρα ή σκουρόχρωμα γιλέκα «μάχης», παρόμοια με εκείνα που φορούν π.χ. οι άνδρες των Ομάδων Πρόληψης Καταστολής Εγκληματικότητας.
Από τις μαρτυρίες των στελεχών του Λιμενικού προκύπτει ακόμα ότι: α) οι δράστες μιλούσαν καλά ελληνικά, β) ο ένας από αυτούς φέρεται να είχε συντονιστικό ρόλο καθώς έδωσε το σύνθημα για αποχώρηση και γ) ότι πράγματι τα άτομα που συγκροτούσαν την ομάδα «κρούσης» διέφυγαν από το σημείο με δύο αυτοκίνητα, το ένα από αυτά μάρκας Renault Scenic. Πάντως, ανώτεροι και ανώτατοι αξιωματικοί της αστυνομίας αμφισβητούν ότι τα άτομα που επιτέθηκαν στα στελέχη του Κεντρικού Λιμεναρχείου ήταν οπλισμένα και –εμμέσως πλην σαφώς– αποδίδουν τις περιγραφές στην προσπάθειά τους να βρουν άλλοθι για την αποτυχία της επιχείρησης. Ως προς το χρονικό της υπόθεσης, στις 8.30 το βράδυ της περασμένης Πέμπτης, σε συνέχεια της σύλληψης ενός Σύρου με ναρκωτικά στον Πειραιά, οκτώ στελέχη του Λιμενικού αποπειράθηκαν να κάνουν έφοδο σε υπό κατάληψη κτίριο στη συμβολή των οδών Θεμιστοκλέους και Ερεσού. Δέχθηκαν επίθεση από αγνώστους που απελευθέρωσαν μία από τις δύο κοπέλες που είχαν προσαχθεί, ενώ τραυμάτισαν δύο από τους άνδρες που πήραν μέρος στην έρευνα.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΟΥΛΙΩΤΗΣ (Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ)