Αυστηρότερα πρόστιμα για «μαϊμού» αποδείξεις, αλλαγές στο καθεστώς των κατασχέσεων, αλλά και υποβολής των φορολογικών δηλώσεων από τους συζύγους, καθώς και «παράθυρο» για είσπραξη φόρων από τρίτους φέρνει το νέο πολυνομοσχέδιο που κατέθεσε χθες η κυβέρνηση στη Βουλή.
Ειδικότερα, στο σχέδιο νόμου «Κατάργηση των διατάξεων περί μείωσης των συντάξεων, ενσωμάτωση στην Ελληνική Νομοθεσία της Οδηγίας 2016/97/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Ιανουαρίου 2016 σχετικά με τη διανομή ασφαλιστικών προϊόντων και άλλες διατάξεις», περιλαμβάνεται πλήθος νέων διατάξεων που κεντρικό στόχο έχουν τον περιορισμό της φοροδιαφυγής και την αύξηση των δημόσιων εσόδων.
Στο πλαίσιο εξάλλου αυτό με σχετική διάταξη προστίθεται νέα διαδικαστική παράβαση που επισύρει πρόστιμο ύψους 500 ευρώ στην περίπτωση που ο φορολογούμενος ή οποιοδήποτε πρόσωπο, εφόσον υπέχει υποχρέωση από τη φορολογική νομοθεσία, εκδίδει στοιχεία λιανικής πώλησης από μη δηλωμένο φορολογικό ηλεκτρονικό μηχανισμό. Μέτρο το οποίο εντάσσεται στο γενικότερο σχέδιο αυστηροποίησης των ποινών για τα συγκεκριμένα αδικήματα, αφού αναμένεται να συμβάλει στην αποτροπή της χρήσης μη δηλωμένων φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών για την έκδοση των στοιχείων λιανικής πώλησης και την αντιμετώπιση των σχετικών φαινομένων φοροδιαφυγής.
Προς την κατεύθυνση εξάλλου αυτή σε άλλες διατάξεις του εν λόγω πολυνομοσχεδίου προβλέπονται τα εξής:
Αυτοματοποιημένη συλλογή πληροφοριών
* Η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων διευρύνει τις δυνατότητες που έχει για «ευκολότερες» κατασχέσεις αφού στο εξής θα μπορεί στο πλαίσιο διενέργειας φορολογικών ελέγχων να απευθύνει αυτοματοποιημένα μαζικά αιτήματα παροχής πληροφοριών προς τα υπόχρεα πρόσωπα του τρίτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 62 του ν. 4170/2013 (τα πιστωτικά ιδρύματα του ν. 4261/2014, τα ιδρύματα πληρωμών του ν. 3862/2010, τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος του ν. 4021/2011 κ.λπ.).
Τα στοιχεία και οι πληροφορίες που διαβιβάζονται μαζικά συνιστούν το Αρχείο Χρηματοπιστωτικών Προϊόντων και Αναλυτικών Χρηματοπιστωτικών Συναλλαγών, το οποίο τηρείται σε ασφαλή υποδομή (βάση δεδομένων) που δημιουργείται στη Διεύθυνση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης (ΔΗΛΕΔ) της ΑΑΔΕ.
* Διευρύνονται οι φορείς στους οποίους δύναται να ανατεθεί η είσπραξη των φορολογικών και λοιπών εσόδων του Δημοσίου τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013), κατόπιν απόφασης του διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων. Με όμοια απόφαση ρυθμίζεται και κάθε ζήτημα σχετικά με τον τρόπο και τη διαδικασία είσπραξης και απόδοσης των εισπραττόμενων ποσών, τις αμοιβές των φορέων είσπραξης καθώς και τον έλεγχο αυτής.
Η δυνατότητα αποπληρωμής των εν λόγω οφειλών σε περισσότερους φορείς είσπραξης κρίνεται σκόπιμη, ιδίως μετά τη θέση σε ισχύ του ν. 4537/2018, με τον οποίο ενσωματώθηκε στην ελληνική νομοθεσία η Οδηγία 2015/2366/ΕΕ, εξασφαλίζοντας με τον τρόπο αυτό την ίση μεταχείριση μεταξύ των νομίμως αδειοδοτημένων Παρόχων Υπηρεσιών Πληρωμών, στο πλαίσιο της δραστηριοποίησής τους στην παροχή υπηρεσιών πληρωμών. Παράλληλα επιτυγχάνεται η καλύτερη εξυπηρέτηση των πολιτών και των επιχειρήσεων, μέσω της ταχύτερης και πιο ευέλικτης είσπραξης των δημόσιων εσόδων από περισσότερους φορείς.
* Απαλλάσσεται ο οικοπεδούχος από την υποχρέωση προσκόμισης αποδεικτικού ενημερότητας κατά τη μεταβίβαση ποσοστών επί του οικοπέδου σε τρίτον, σε περίπτωση προσυμφώνου μεταβίβασης ποσοστών εξ αδιαιρέτου οικοπέδου στο πλαίσιο εργολαβικής σύμβασης με την οποία αναλαμβάνεται η ανέγερση πολυκατοικίας με αντιπαροχή, εφόσον κατά τη μεταβιβαστική δικαιοπραξία συμβάλλεται και ο εργολάβος. Στην περίπτωση αυτή την υποχρέωση προσκόμισης αποδεικτικού ενημερότητας αναλαμβάνει ο εργολάβος.
* Παρατείνεται ο χρόνος της γενικής παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου να επιβάλλει φόρους και πρόστιμα στις υποθέσεις φορολογίας κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών, προικών και κερδών από τυχερά παίγνια, από το τέλος του έτους 1994, όπως προβλέπεται σήμερα, στο τέλος του έτους 2003, ούτως ώστε για τις υποθέσεις αυτές να μην απαιτείται στο εξής η προσκόμιση του πιστοποιητικού του άρθρου 105 του Κώδικα και να μην μπορεί να επιβληθεί πλέον κανένας φόρος ή πρόστιμο.
Η παράταση του χρόνου της γενικής παραγραφής είναι απολύτως αναγκαία και θα επιλύσει δυσλειτουργίες ιδίως μετά την εφαρμογή του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, οι διατάξεις του οποίου μάλιστα προβλέπουν ιδιαίτερα σύντομο χρόνο παραγραφής. Άλλωστε, σε τακτά χρονικά διαστήματα μέχρι σήμερα η Φορολογική Διοίκηση προβαίνει σε παράταση του χρόνου της γενικής παραγραφής της παραγράφου 5 του άρθρου 102 του Κώδικα, προκειμένου αφενός να περιοριστεί η ενασχόληση των ΔΟΥ με παλιές υποθέσεις, που δεν παρουσιάζουν πλέον ιδιαίτερο φορολογικό ενδιαφέρον, και αφετέρου να απαλλαγούν οι φορολογούμενοι από την υποχρέωση λήψης πιστοποιητικού για τόσο παλιές υποθέσεις.
* Επιτρέπεται, κατ’ εξαίρεση των διατάξεων του νόμου η υποβολή τροποποιητικών δηλώσεων ΦΑΠ και ΕΝΦΙΑ με τις οποίες ανακαλείται υποβληθείσα δήλωση με τις ευεργετικές διατάξεις των άρθρων 57 έως και 60 του ν. 4446/2016. Με τη διάταξη αυτή παρέχεται η δυνατότητα διόρθωσης των δηλώσεων ΦΑΠ και ΕΝΦΙΑ στις περιπτώσεις εκείνες που οι φορολογούμενοι υπέπεσαν σε πρόδηλα λάθη. Για να γίνουν αποδεκτές οι δηλώσεις αυτές από τη Φορολογική Διοίκηση, πρέπει ο φορολογούμενος να προσκομίσει τα προβλεπόμενα κατά περίπτωση παραστατικά, τα οποία πρέπει να ισχύουν την 1η Ιανουαρίου του οικείου έτους.
Ξεχωριστές φορολογικές δηλώσεις των συζύγων από το 2019
Αξίζει να σημειωθεί ότι με σχετικές διατάξεις του πολυνομοσχεδίου προβλέπεται ότι τα έγγαμα ζευγάρια και τα μέρη συμφώνου συμβίωσης έχουν πλέον τη δυνατότητα να υποβάλλουν ξεχωριστή φορολογική δήλωση. Προϋπόθεση είναι να υποβάλλει ο ένας σύζυγος σχετική δήλωση στην Εφορία έως τις 28 Φεβρουαρίου.
Ειδικότερα, τροποποιούνται οι διατάξεις του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν.4172/2013), στα εξής κατά βάση σημεία:
* Γίνεται εναρμόνιση με την αριθμ. 330/2018 απόφαση του Β’ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την οποία κρίθηκε ότι, εφόσον δεν συντρέχει λόγος και μάλιστα προφανής λόγος δημοσίου συμφέροντος που να δικαιολογεί την υποχρεωτική υποβολή κοινής δήλωσης φόρου εισοδήματος των συζύγων, η διάταξη του άρθρου 67 παρ. 4 του ΚΦΕ (ν. 4172/2013, Α’ 167) έχει την έννοια ότι ο σύζυγος υποβάλλει κατ’ αρχήν κοινή δήλωση και για το εισόδημα της συζύγου του, εφόσον αμφότεροι οι σύζυγοι συναινούν, συναίνεση η οποία μπορεί να αποτυπώνεται και στην υποβολή καθαυτή της κοινής δήλωσης, ενώ στην αντίθετη περίπτωση, όταν δηλαδή διατυπώνεται ρητώς η έλλειψη τέτοιας συναίνεσης από έναν έστω από τους συζύγους, οι σύζυγοι διατηρούν το δικαίωμα τους να υποβάλλουν αυτοτελώς δηλώσεις φόρου για τα εισοδήματά τους.
Συνεπώς, οι σύζυγοι δεν απαιτείται να δηλώσουν στη Φορολογική Διοίκηση τη συναίνεσή τους για κοινή δήλωση, αφού αυτή εκδηλώνεται με μόνη την υποβολή της κοινής δήλωσης. Αντίθετα, όταν ο ένας εκ των δύο αιτηθεί χωριστής δήλωσης, τότε θα υποβάλλονται χωριστές δηλώσεις και για τους δύο συζύγους.
Για την ομαλή εξέλιξη της διαδικασίας υποβολής των φορολογικών δηλώσεων απαιτείται η δήλωση για υποβολή χωριστών δηλώσεων να υποβάλλεται εγκαίρως στη Φορολογική Διοίκηση, να είναι ανέκκλητη για το έτος στο οποίο αφορά και να είναι δεσμευτική και για τον άλλο σύζυγο, καλύπτει δε και τις τυχόν τροποποιητικές δηλώσεις που ήθελε υποβληθούν.
Συγκεκριμένα, η φορολογική δήλωση δύναται να υποβάλλεται χωριστά, εφόσον ένας τουλάχιστον εκ των συζύγων το επιλέξει, με ανέκκλητη δήλωσή του για κάθε φορολογικό έτος μέχρι την 28η Φεβρουαρίου του έτους υποβολής της δήλωσης. Η επιλογή αυτή είναι δεσμευτική ως προς το φορολογικό έτος που αφορά και για τον άλλο σύζυγο.
Οι διατάξεις περί χωριστών δηλώσεων συζύγων ισχύουν για δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2018 και επόμενων.
Επισημαίνεται ότι με τις προτεινόμενες διατάξεις η οφειλή για φόρο, τέλη και εισφορές, που αναλογούν στα εισοδήματα των συζύγων βεβαιώνεται χωριστά σε κάθε περίπτωση, είτε δηλαδή υποβάλλεται κοινή δήλωση είτε υποβάλλονται χωριστές δηλώσεις από τους συζύγους και η ευθύνη της καταβολής βαρύνει χωριστά κάθε σύζυγο.
* Προβλέπεται ότι κατά το έτος υποβολής χωριστής δήλωσης των συζύγων, το εισόδημα των ανήλικων τέκνων, υπό την οριζόμενη επιφύλαξη, προστίθεται στα εισοδήματα του γονέα που έχει το μεγαλύτερο συνολικό εισόδημα και φορολογείται στο όνομά του. Αν οι γονείς έχουν ίσο ποσό συνολικού εισοδήματος, το εισόδημα του ανήλικου τέκνου προστίθεται στο εισόδημα του πατέρα και φορολογείται στο όνομά του. Σε περίπτωση που ένας των γονέων έχει τη γονική μέριμνα, το εισόδημα του ανήλικου τέκνου προστίθεται στα εισοδήματα του γονέα αυτού. Η ρύθμιση αυτή ισχύει και για τα μέρη του συμφώνου συμβίωσης.
Σε περίπτωση χωριστών δηλώσεων συζύγων το ποσό της δαπάνης που μπορεί να εκπέσει για τον προσδιορισμό του προς ανάλωση κεφαλαίου, δεν μπορεί να είναι κατώτερο των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ για κάθε σύζυγο, ενώ με το καθεστώς της κοινής δήλωσης δεν μπορεί να είναι κατώτερο των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ προκειμένου για συζύγους. 

Γιώργος Κούρος (Η Ναυτεμπορική)