Μείωση ή σταθερότητα στην κερδοφορία στην πενταετία παρουσίασε το 65% των επιχειρήσεων στην Ελλάδα και μόνο 12% ραγδαία αύξηση των κερδών του. Ωστόσο, το 52% των επιχειρηματιών, ανεξαρτήτως της πορείας των εσόδων τους την τελευταία 5ετία, δηλώνει αισιόδοξο για τα έσοδα της εταιρείας του στο προσεχές μέλλον. Αντίθετα, μόνο το 16% πιστεύει ότι τα έσοδα της επιχείρησής του τα προσεχή 3 έτη θα συρρικνωθούν σημαντικά ή τουλάχιστον οριακά. Μάλιστα, οι επιχειρήσεις που άντεξαν στα χρόνια της κρίσης και αύξησαν την κερδοφορία τους ατενίζουν ακόμα πιο αισιόδοξα το μέλλον.
Αυτά προκύπτουν από έρευνα που εκπόνησε το Οικονομικό Επιμελητήριο Ελλάδος, στην οποία εξετάσθηκαν θέματα όπως η χρηματοδότηση των επιχειρήσεων, το κόστος δανεισμού τους, οι λόγοι για τους οποίους διστάζουν να προχωρήσουν σε νέο δανεισμό.
Στα αξιοσημείωτα της έρευνας, που πραγματοποιήθηκε με τη συμμετοχή 908 επιχειρήσεων και ελεύθερων επαγγελματιών, κάθε μεγέθους από τη συντριπτική πλειονότητα των κλάδων της οικονομίας, είναι η διαπίστωση ότι από τις επιχειρήσεις που έχουν τραπεζικά δάνεια, μόλις το 17%, δηλαδή λιγότεροι από δύο στους δέκα, σκοπεύει να ζητήσει ρύθμιση των δανείων του. Οι υπόλοιποι, το 83%, θεωρούν ότι μπορούν να αντεπεξέλθουν και χωρίς ρύθμιση.
Από το 17% των δανειζόμενων επιχειρήσεων, το 12% επιθυμεί λύση μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού, ενώ το 55% σε συνεργασία με τις τράπεζες. Ακόμη προκύπτει ότι:
 Μία στις δύο επιχειρήσεις έχει ετήσιο κόστος εξυπηρέτησης του δανείου κάτω των 10.000 ευρώ.
 Όμως, μόνο δύο στις δέκα έχουν συνάψει δάνειο με επιτόκια χαμηλότερα του 4%.
 Τα υψηλά επιτόκια αποτελούν ανασταλτικό παράγοντα για τη σύναψη νέων δανείων.
 Έξι στις δέκα εταιρείες (57%) δεν προτίθενται να ζητήσουν νέο δάνειο στο άμεσο μέλλον, με αποτέλεσμα τη μη τόνωση της ρευστότητάς τους, κυρίως λόγω των υψηλών επιτοκίων (77%).
Το βασικό πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας αποτελεί το μέγεθος των Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων. Το ύψος των ΜΕΑ, αν και μειούμενο, κινήθηκε στο τέλος Ιουνίου 2018 στα 88,6 δισ. ευρώ (47,6% του συνόλου των συνολικών ανοιγμάτων). Μεγάλα ποσοστά ΜΕΑ παρουσιάζονται στα χαρτοφυλάκια ελευθέρων επαγγελματιών και πολύ μικρών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων (δείκτης ΜΕΑ: 68,8% και 62,3% αντίστοιχα), σε αντίθεση με το χαρτοφυλάκιο των μεγάλων επιχειρήσεων (δείκτης ΜΕΑ 28,3%).
Όπως προκύπτει από την έρευνα, το 50% των ερωτηθέντων απασχολείται σε συμβουλευτικές και/ή χρηματοοικονομικές υπηρεσίες (πλην τραπεζών). Επίσης, πάνω από το 50% του δείγματος εμφανίζει ατομική μορφή επιχείρησης και μόλις το 7% απασχολείται σε Α.Ε. ή Ε.Ε.
 Αξιοσημείωτο εύρημα της έρευνας είναι ότι μόλις το 19% εργάζεται σε νεοσύστατη επιχείρηση (1 έως 3 έτη λειτουργίας), ενώ έξι στους δέκα απασχολούνται σε εταιρείες που λειτουργούν για περισσότερο από 7 χρόνια.
Εξίσου σημαντικό αποτέλεσμα είναι ότι οι ερωτηθέντες δεν δραστηριοποιούνται μόνο στα μεγάλα αστικά κέντρα (Αθήνα, Θεσσαλονίκη), αφού πάνω από το 50% δηλώνει ως έδρα την περιφέρεια. Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα του ελληνικού επιχειρείν είναι το μικρό μέγεθος των εταιρειών, αφού πάνω από το 90% απασχολεί μέχρι 49 εργαζόμενους.
Απώτερος σκοπός της έρευνας είναι να εξετάσει την έλλειψη ρευστότητας που κυριαρχεί στην ελληνική οικονομία, αλλά και τη δυσπιστία που κυριαρχεί στην αγορά για τη διευθέτηση των «κόκκινων» δανείων.
Το ύψος δανειοδότησης της κάθε επιχείρησης αλλά και η μορφή διαφέρει. Σύμφωνα με την επεξεργασία των στοιχείων, το 75% των ερωτηθέντων έχει χαμηλό δανεισμό μέχρι τις 100.000 ευρώ, ενώ μόλις το 8% δηλώνει ότι έχει δανεισμό άνω των 500.000 ευρώ, με περίπου το 50% του δείγματος να έχει συνάψει δάνειο κίνησης ή μεσομακροπρόθεσμο δάνειο.
Η πλειονότητα (65%) έχει επιτόκιο μεταξύ 4% έως 10%, ενώ ένα αξιοσημείωτο ποσοστό (15%) έχει διψήφιο ποσοστό επιτοκίου.
Από την εμπειρική ανάλυση προκύπτει ότι περίπου επτά στα δέκα Μεσ/σμα Δάνεια έχουν ετήσιο κόστος εξυπηρέτησης μικρότερο των 30.000 ευρώ. Τα ευρήματα, υπογραμμίζεται, ταιριάζουν με την κυρίαρχη άποψη ότι τα επιτόκια στα Μεσ/σμα Δάνεια είναι σχετικά χαμηλά. Το 81% των επιχειρήσεων έχει επιτόκιο μικρότερο του 7%.
Επιπροσθέτως, περίπου έξι στις δέκα εταιρείες (57%) δεν προτίθενται να ζητήσουν νέο δάνειο στο άμεσο μέλλον, με αποτέλεσμα τη μη τόνωση της ρευστότητάς τους. Από το 43% των ερωτηθέντων, που σκοπεύουν να αιτηθούν νέα χρηματοδότηση, το 50% δηλώνει ότι μπορεί να προσφέρει εμπράγματες ή ενοχικές εξασφαλίσεις με στόχο τη σύναψη νέου δανείου.
 Τέλος, οι λόγοι που οι ελεύθεροι επαγγελματίες και οι επιχειρήσεις αρνούνται να αιτηθούν νέα χρηματοδότηση από το πιστωτικό σύστημα, σύμφωνα με την έρευνα είναι (32%) λόγω του υψηλού επιτοκίου αλλά και των ξένων funds.

Φάνης Ζώης (Η Ναυτεμπορική)