«Μία μείωση των φορολογικών συντελεστών θα μπορούσε να συνδυαστεί με μια διευρυμένη φορολογική βάση», δήλωσε ο επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ, τονίζοντας ότι οποιαδήποτε αναπροσαρμογή των δημοσιονομικών πολιτικών θα πρέπει να στοχεύει στην προώθηση της ανάπτυξης, διασφαλίζοντας παράλληλα την επίτευξη του συμφωνηθέντος πρωτογενούς πλεονάσματος.
Μιλώντας στην 23η Συζήτηση Στρογγυλής Τραπέζης του Economist με την ελληνική κυβέρνηση, που διεξάγεται στο Λαγονήσι σήμερα και αύριο, ο κ. Ρέγκλινγκ σημείωσε επίσης ότι ο διαθέσιμος δημοσιονομικός χώρος θα πρέπει να χρησιμοποιείται για παραγωγικές δαπάνες, όπως δημόσιες επενδύσεις. Περιγράφοντας την πορεία της ελληνικής οικονομίας το προηγούμενο διάστημα, υπογράμμισε ότι η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων «έχει επιβραδυνθεί τους τελευταίους μήνες και δεν διασφαλίστηκε η συνέπεια ορισμένων μέτρων πολιτικής με τις δεσμεύσεις που δόθηκαν στους Ευρωπαίους εταίρους». Επεσήμανε ότι ορισμένες αποφάσεις είναι πιθανό να έχουν αρνητικές συνέπειες στην ανάπτυξη, μίλησε για οπισθοδρόμηση σε προηγούμενες μεταρρυθμίσεις και για νέες αυξήσεις δαπανών και συμπλήρωσε ότι οι ληξιπρόθεσμες οφειλές εξακολουθούν να είναι υψηλότερες από τις αναμενόμενες.
«Συναντήθηκα χθες με τον υπουργό Οικονομικών Σταϊκούρα. Με διαβεβαίωσε ότι η νέα κυβέρνηση έχει δεσμευτεί να επιτύχει βιώσιμη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη και ότι οι συμφωνημένοι δημοσιονομικοί στόχοι θα τηρηθούν όταν θα μπει στο τραπέζι ο προϋπολογισμός του 2020. Αυτό είναι πολλά υποσχόμενο για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας», σημείωσε ο κ. Ρέγκλινγκ.
Ο επικεφαλής του ESM πρόσθεσε με έμφαση ότι δεν πρέπει να αντιστραφούν οι μεταρρυθμίσεις που έχουν ήδη εφαρμοστεί κατά τη διάρκεια των προγραμμάτων προσαρμογής, όπως η μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας. «Για παράδειγμα, οι αυξήσεις του κατώτατου μισθού πρέπει να ευθυγραμμίζονται με την εξέλιξη της παραγωγικότητας για να διατηρηθεί η ανταγωνιστικότητα».

naftemporiki.gr