Βέβαιο θεωρεί το δεύτερο κύμα λοιμώξεων του κορωνοϊού ο λοιμωξιολόγος, Σωτήρης Τσιόδρας, τονίζοντας ότι όλοι θα πρέπει να παραμείνουμε προσεκτικοί και να υπάρχει επαγρύπνηση. «Όταν βλέπεις αυξημένο αριθμό στους δείκτες αναγκάζεσαι και ίσως αναγκαστούμε στο μέλλον να επαναφέρουμε κάποια μέτρα», πρόσθεσε.
Μιλώντας για τον τουρισμό και το ρόλο που μπορεί να παίξει το άνοιγμά του στην επανεμφάνιση κρουσμάτων, αλλά και για το αν χρειάζονται τα τεστ στους ταξιδιώτες, ο κ. Τσιόδρας είπε ότι «το τεστ δεν προτείνεται καθώς μπορεί να δώσει την ψευδή αίσθηση ασφάλειας. Πάντως, αφήνεται στην διακριτική ευχέρεια κάποιων χωρών να εφαρμόσουν το τεστ εάν το επιθυμούν σε δειγματοληπτικό ή άλλο επίπεδο».
Αυτό που είναι ιδιαίτερα σημαντικό, επεσήμανε ο καθηγητής λοιμωξιολογίας, είναι «να ελέγχεται ο συμπτωματικός ταξιδιώτης στην Ελλάδα» Ωστόσο είπε ότι από τη στιγμή που θα ελέγχεται «θα είναι εύκολο να εντοπίζονται οι επαφές του στην Ελλάδα και να γίνεται ιχνηλατήση», αλλά διερωτήθηκε και ο ίδιος πως θα γίνεται αυτό, όταν ο ταξιδιώτης επιστρέφει την χώρα του. Θα μπορούσε να είναι λύση, η ψηφιακή ιχνηλάτηση μέσα από εφαρμογές για κινητά τηλέφωνα όπως είπε, αλλά όπου προσπάθησαν να το εφαρμόσουν μέχρι στιγμής τα αποτελέσματα δεν ήταν ικανοποιητικά καθώς η συμμετοχή που υπήρξε δεν ήταν εντυπωσιακή.
Όπως είπε « θα ήθελα με κάποιο ψηφιακό τρόπο, εθελοντικά κάποιος που έχει συμπτώματα να μπορεί να βρίσκει το κοντινότερο εργαστηριακό κέντρο να μπορεί να ελεγχθεί» και θα ήταν χρήσιμο ο τουρίστας να γνωρίζει ότι σαν χώρα έχουμε την δυνατότητα να τον ανιχνεύσουμε αρκεί να γνωρίζει που να απευθυνθεί.
Κλειδί οι εστίες υπέρ μετάδοσης
Όσον αφορά το δείκτη k που μελετά τις εστίες υπέρ μετάδοσης του ιού, φαίνεται ότι αυτός είναι χαμηλότερος σε σχέση με τους ιούς Mers και Sars είπε ο κ. Τσιόδρας και εκτίμησε ότι «θα μας βοηθήσει στο μέλλον να αντιμετωπίσουμε πρωτόκολλα μετάδοσης της νόσου , ιδίως όταν βλέπουμε ότι το 99,7% προκύπτει από φαινόμενα υπέρ μετάδοσης σε κλειστούς χώρους όπου ένας «αθώος» ασυμπτωματικός μεταδίδει τη νόσο σε δεκάδες άλλους». Στο σημείο αυτό ανέφερε το παράδειγμα ασθενή από τη Ν. Κορέα που σε ένα βράδυ επισκέφθηκε τρία διαφορετικά κέντρα διασκέδασης και απαιτήθηκε να ιχνηλάτηθουν 7200 άτομα από πέντε παρόμοιους χώρους και τελικά να βρεθούν θετικά στον ιό δεκάδες άτομα. Ο δείκτης k τόνισε ότι θα μας βοηθήσει «με τον κατάλληλο τρόπο να προλαμβάνουμε ακόμα περισσότερες εστίες όπου υπάρχει ξαφνική διασπορά του ιού».
Ο κ. Τσιόδρας μίλησε με έμφαση για τους χώρους και τις περιοχές όπου υπάρχουν πολλές επαφές και συγχρωτισμός, λέγοντας ότι είναι πλέον ξεκάθαρο ότι ο ιός μεταδίδεται με αεροσταγονίδια από τη μύτη και το στόμα όταν μιλάμε, βήχουμε ή φταρνιζόμαστε. Τέλος αναφέρθηκε σε μελέτες που έχουν δείξει ότι σε χώρους συγχρωτισμού όπου υπήρξαν περιπτώσεις όπου το 80% των μολύνσεων προήλθε από το 10% των κρουσμάτων, ενώ σε άλλες φάνηκε ότι μόλις το 5% ήταν ικανό για να μολυνθούν τόσο υψηλά ποσοστά πληθυσμού.
Παράλληλα, έκανε αναφορά στην ελληνική μελέτη που διαπιστώνει ότι η ανοσμία αποτελεί κλειδί για τη διάγνωση της covid-19.
«Οι κορωνοϊοί προσβάλουν το οσφρητικό επιθήλιο λόγω της αυξημένης έκφρασης που παρουσιάζει στον υποδοχέα 2. Είναι το περίφημο ένζυμο που αποτελεί την πόρτα του οργανισμού για να μπει ο ιός στο σώμα μας», είπε και συνέχισε: «Έχει σχέση με το επόμενο εύρημα που θα σας αναφέρω κι εξηγεί γιατί τα παιδιά είναι λιγότερο πιθανό να νοσήσουν σοβαρά. Αφορά την περιοχή της μύτης και συγκεκριμένα την περιοχή που προσβάλλει ο ιός πρώτα».
Σύμφωνα με τον ίδιο, «νέα ευρήματα υποστηρίζουν πως τα παιδιά έχουν μειωμένη έκφραση του υποδοχέα 2 στην μύτη. Δηλαδή παράγουν σημαντικά μικρότερες ποσότητες αυτής της πρωτεΐνης που χρησιμοποιεί ο ιός για να μπει στον οργανισμό μας. Ο βλεννογόνος της μύτης είναι από τις πρώτες εστίες της λοίμωξης στον οργανισμό. Στη μελέτη που εξέτασε ανθρώπους ηλικίας 4-60 ετών, η χαμηλότερη έκφραση του γονιδίου για την παραγωγή αυτού του ενζύμου ήταν στα μικρά παιδιά. Και προοδευτικά αύξανε με την ηλικία. Μεγάλη μελέτη 6.000 παιδιών θα προσπαθήσει να απαντήσει στο ερώτημα αν αυτή η ανακάλυψη που προέρχεται από τα παιδιά, μπορεί να βοηθήσει στην πρόληψη της μετάδοσης της νόσου με κάποιο καινούριο φάρμακο που θα στοχεύει τον υποδοχέα αυτό. Την θύρα από την οποία μπαίνει ο κορονοϊός στον οργανισμό μας».

ΑΠΕ-ΜΠΕ